ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ - Ο Ρυπαίνων πληρώνει



ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ο Ρυπαίνων πληρώνει



Μόλις πρόσφατα, με το Προεδρικό Διάταγμα 190 της 29/09/2009, τέθηκε επίσημα πλέον σε ισχύ και στη χώρα μας η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2004/35/ΕΚ για την Περιβαλλοντική Ευθύνη, εφαρμοστέα σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον Απρίλιο του 2007.
Πολλοί πιστεύουν πως το όλο θέμα θα αντιμετωπισθεί με σχετική αδιαφορία και σύντομα θα περάσει στα “αζήτητα.”. Ωστόσο, είναι βέβαιο πως τουλάχιστον σε μια πρώτη φάση θα συζητηθεί και θα προβληματίσει. Γιατί, οι καιροί αλλάζουν ...
Σύμφωνα με τη νέα αυτή νομοθετική ρύθμιση, οποιασδήποτε εμπορική ή βιομηχανική επιχείρηση θεωρείται πως έχει «αντικειμενική» ευθύνη (strict liability) έναντι του περιβάλλοντος,. Ειδικότερα, κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα συνδέεται με την υποχρέωση όχι μόνο της αποζημίωσης όταν βλάπτει αλλά και της ανάληψης των δαπανών αποκατάστασής του περιβάλλοντος στην πρότερη κατάσταση. Δηλαδή, ενώ μέχρι πρότινος ίσχυε η γενική Αρχή «αυτός που αποδεικνύεται πως ζημιώνει πρέπει να αποζημιώνει», τώρα νέο Αξίωμα είναι «Ο ΡΥΠΑΙΝΩΝ ΠΛΗΡΩΝΕΙ». Δηλαδή, «υποχρεούται να αναλαμβάνει ο ίδιος και την αποκατάσταση των ζημιών που προκαλεί». Και όταν λέμε ζημιές στο περιβάλλον, με το πνεύμα της νέας Ευρωπαϊκής Οδηγίας που εξαιρεί μόνο τυχόν ζημιές στην ατμόσφαιρα, νοούνται οι όποιες ζημιές στα υπέργεια και υπόγεια ύδατα, στο έδαφος καθώς επίσης και στην άγρια χλωρίδα και πανίδα (βιοποικιλότητα - biodiversity) της περιοχής όπου εμφανίζεται κάποιο ζημιογόνο συμβάν άμεσα ή έμμεσα αποδιδόμενο στη λειτουργία της επιχείρησης!
Οι σύγχρονες εξελίξεις
,
Ίσως τα παραπάνω θεωρούνται από κάποιους υπερβολικά ή σκοπιμότητες προκειμένου να αρθούν πιέσεις των απανταχού οικολογικών οργανώσεων. Η πραγματική αλήθεια όμως είναι διαφορετική.
Η ευρύτερη κοινωνία αρχίζει να συνειδητοποιεί το πρόβλημα που η αλόγιστη οικονομική ανάπτυξη δημιουργεί με τη σταδιακή υποβάθμιση του ευρύτερου φυσικού περιβάλλοντος. Για να προλάβει μη αναστρέψιμες ζημιογόνες καταστάσεις επιβάλλει κάποιους όλο και πιο αυστηρούς κανόνες ώστε να περιορίσει την αυθαιρεσία και να τιμωρεί τους ρυπαίνοντες.
Η ευαισθητοποίηση στο θέμα της περιβαλλοντικής ευθύνης και η θέσπιση κανόνων επιχειρηματικής δράσης συμβατών με το περιβάλλον, ξεκίνησε πριν αρκετά χρόνια. Υπάρχουν ήδη πολλοί Νόμοι και Κανονισμοί που βρίσκονται σε ισχύ. Η τελευταία Ευρωπαϊκή Οδηγία δεν προέκυψε τυχαία. Αποτελεί τη σύγχρονη έκφραση ενός έντονα εξελισσόμενου θεσμικού πλαισίου γύρο από το Περιβάλλον, το οποίο μοιραία γίνεται όλο και πιο αυστηρό.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση στα πλαίσια δημιουργίας και εμπέδωσης των αρχών για προστασία του περιβάλλοντος, με την τελευταία Οδηγία, επεκτείνει, πρακτικά, την περιβαλλοντική ευθύνη σε κάθε επιχείρηση που, ανεξαρτήτως του βαθμού επικινδυνότητάς της, ενέχει τον κίνδυνο να βλάψει όχι μόνο τον άνθρωπο και τα περιουσιακά του στοιχεία αλλά και το φυσικό περιβάλλον. Η νέα διάσταση που δίνεται στο θέμα της Περιβαλλοντικής Ευθύνης, όπως επισημάνθηκε και παραπάνω, είναι η «αντικειμενοποίησή» της. Δηλαδή, ο κάθε φερόμενος ως υπαίτιος για πρόκληση περιβαλλοντικής ζημιάς θα θεωρείται «a priori» υπεύθυνος και θα φέρει ο ίδιος το βάρος απόδειξης της μη υπαιτιότητας του προκειμένου να αποφύγει τις όποιες συνέπειες.
Η φιλοσοφία του νέου θεσμικού πλαισίου, δεν είναι ούτε η «σύσταση» για πρόληψη ούτε η «ενθάρρυνση» για λήψη μέτρων προστασίας του περιβάλλοντος. Είναι η προειδοποίηση για «αυστηρή τιμωρία», η οποία μεταφράζεται σε εκ του νόμου υποχρέωση για δαπάνες και χρηματικές αποζημιώσεις.
Ασφάλιση Περιβαλλοντικής Ευθύνης
Τα καταγεγραμμένα ως μεγάλα βιομηχανικά ατυχήματα του παρελθόντος, δεν είχαν μόνο ως συνέπεια ζημιογόνες επιπτώσεις στον ίδιο τον άνθρωπο (θάνατοι, σωματικές βλάβες, ανικανότητα από μολύνσεις), σε περιουσίες Τρίτων και στο ευρύτερο φυσικό περιβάλλον. Ανέδειξαν με ιδιαίτερα πειστικό τρόπο τις βαριές οικονομικές συνέπειες που μπορεί να έχουν οι υπαίτιοι όταν βρεθούν υποχρεωμένοι να αποζημιώσουν με τεράστια ποσά, που ενίοτε ξεπερνούν τις δυνατότητές τους. Συνειδητοποιώντας τη συγκεκριμένη ανάγκη, όλες οι μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις των οικονομικά αναπτυγμένων κρατών, υιοθέτησαν και εφαρμόζουν εδώ και χρόνια ολοκληρωμένα ασφαλιστικά προγράμματα που καλύπτουν σε επαρκή βαθμό και την «περιβαλλοντική» τους ευθύνη. Μέσω της ασφάλισης, διασφαλίζουν την οικονομική βιωσιμότητα τους αλλά ταυτόχρονα, προβάλλουν θετικά και την κοινωνική τους ευαισθησία δημιουργώντας έμμεσα οικονομικά οφέλη.
Στο πλαίσιο των σύγχρονων εξελίξεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπό το βάρος των κοινωνικών και πολιτικών πιέσεων γύρω από τα θέματα περιβάλλοντος, αναλογιζόμενη το οικονομικό κόστος των όποιων θεσμικών μέτρων, με την τελευταία Οδηγία εισήγαγε την ιδέα της πρόβλεψης για χρηματοοικονομική επάρκεια προκειμένου κάποια επιχειρηματική δραστηριότητα να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του περιβαλλοντικού κινδύνου. Θεώρησε πως η όποια δια νόμου αντικειμενική ευθύνη ανάληψης οικονομικών υποχρεώσεων δεν έχει πρακτικό νόημα αν δεν συνοδεύεται με εγγυημένη χρηματοοικονομική επάρκεια του υπαιτίου κάποιας πιθανής ζημιάς. Είναι προφανές πως, σύμφωνα και με τη διεθνή πρακτική, ουσιαστική χρηματοοικονομική επάρκεια μπορεί να εξασφαλισθεί μόνο με την Ασφάλιση. Δηλαδή, με την «εγγύηση» κάποιας αξιόπιστης Ασφαλιστικής Εταιρείας για τη χρηματοδότηση της αποζημίωσης όχι μόνο κάποιων Τρίτων αλλά και της δαπάνης για αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημιάς. Ο λόγος για τη συγκεκριμένη μεθόδευση είναι το γεγονός πως ο εκάστοτε υπαίτιος Φορέας είτε δεν θα μπορεί από μόνος του να χρηματοδοτήσει πλήρως τις αναγκαίες δαπάνες ή θα εμπλέκεται σε περιπέτειες με σοβαρό κίνδυνο την επιχειρηματική του επιβίωση και με επακόλουθο διάφορες κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες.
Βέβαια, αξίζει να επισημανθεί πως απώτερος και πλέον ουσιαστικός λόγος για τη θέσπιση της “υποχρεωτικής” ασφαλιστικής κάλυψης της Περιβαλλοντικής Ευθύνης, δεν είναι απλά και μόνο η αποφυγή της οικονομικής επιβάρυνσης του κρατικού προϋπολογισμού, για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος. Η ουσία του όλου θέματος συνίσταται στο γεγονός πως με την υποχρεωτική ασφάλιση, στο βαθμό που αυτή μπορεί να καταστεί εφικτή και με λογικό κόστος, έμμεσα, θα δημιουργηθούν ουσιαστικές προϋποθέσεις για την προστασία του περιβάλλοντος που είναι και το μεγάλο ζητούμενο. Προς τη κατεύθυνση αυτή, είναι ευνόητο πως οι Ασφαλιστικές Εταιρείες οι οποίες θα καλύπτουν την περιβαλλοντική ευθύνη της ασφαλισμένης επιχείρησης, είναι αυτές που θα καλύπτουν τις οικονομικές συνέπειες από ενδεχόμενη ρύπανση / μόλυνση του περιβάλλοντος. Σε μια τέτοια προοπτική, είναι ευνόητο πως αυτός που θα καλείται να πληρώνει, έχει κάθε λόγο
- να ελέγχει τα μέτρα ασφαλείας της όποιας παραγωγικής διαδικασίας ,
- να μεριμνά για τη καταγραφή μετρήσεων βασικών περιβαλλοντικών παραμέτρων ,
- να επιβάλει κατάλληλα μέτρα πρόληψης ζημιών ή
- να χρηματοδοτεί μέτρα περιορισμού του κινδύνου,
προκειμένου να αποφύγει κάποιες εκ των υστέρων μεγαλύτερες δαπάνες που εξ αντικειμένου συνδέονται με πολύπλοκες νομικές και τεχνικές διαδικασίες
- για την απόδοση των ευθυνών μεταξύ των φερόμενων ως υπαιτίων,
- για τον προσδιορισμό/εκτίμηση της εκάστοτε ζημιάς
- για τη αποζημίωση τυχόν θυμάτων ή υλικών ζημιών σε περιουσίες Τρίτων και τέλος
- για την αποκατάστασή της σε αποδεκτό βαθμό των τυχόν περιβαλλοντικών ζημιών.
Επομένως, είναι προφανές πως ο βασικός στόχος των σύγχρονων τάσεων στα θέματα περιβάλλοντος, δεν είναι απαραίτητα «το τιμωρείν» ούτε «το αποζημιώνειν» ή «το θεραπεύειν», αλλά, έναντι καταβολής ενός σχετικά χαμηλού ποσού (ασφάλιστρα) «το προλαμβάνειν» προκειμένου να αποφευχθούν υπέρογκες οικονομικές συνέπειες.
Πολύ σωστά, έπειτα από πολλές διεπιστημονικές και διακρατικές ζυμώσεις, η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2004/35/ΕΚ θέτει τις βάσεις για την προσέγγιση της Περιβαλλοντικής Ευθύνης με απώτερο σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος. Φαίνεται επίσης πολύ σωστή η βούληση για εμπλοκή του θεσμού της ιδιωτικής ασφάλισης ως αξιόπιστου αρωγού στην οικονομική αντιμετώπιση του αντίστοιχου «κόστους» της Περιβαλλοντικής Ευθύνης. Φτάνει βέβαια να υπάρξει θετική ανταπόκριση από την ασφαλιστική αγορά, η οποία μολονότι διαβλέπει επιχειρηματική ύλη προς εκμετάλλευση, φαίνεται διστακτική να αναλάβει με προθυμία σχετικές πρωτοβουλίες Γιατί, η σωστή ασφαλιστική κάλυψη της περιβαλλοντικής ευθύνης προϋποθέτει όχι μόνο κεφαλαιακή επάρκεια αλλά εξειδικευμένη τεχνογνωσία και κατάλληλη υποδομή για αποτελεσματική διαχείριση των περιβαλλοντικών ζημιογόνων καταστάσεων.
Το νέο θεσμικό πλαίσιο, επιβάλλει νέα δεδομένα που απαιτούν κάποια περίοδο ωρίμανσης, προκείμενου να εκτιμηθεί ασφαλέστερα ο ασφαλιστέος περιβαλλοντικός κίνδυνος, ιδιαίτερα όταν μιλάμε για αποζημίωση ή αποκατάσταση επιπτώσεων στη «βιοποικιλότητα» μιας περιοχής. Είναι προφανές πως η όλη διαδικασία απαιτεί διεπιστημονική συνδρομή, ώστε να προκύψει κάποια «κρίσιμη» μάζα πρακτικής εμπειρίας που να επιτρέπει την αποτίμηση του περιβαλλοντικού κινδύνου και την ασφαλισιμότητά του. Με βάση ένα τέτοιο προβληματισμό, η ασφαλιστική κάλυψη της περιβαλλοντικής ευθύνης κατά τρόπο αντικειμενικό και ενιαία εφικτό για όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φαίνεται πως απαιτεί κάποιο χρόνο ωρίμανσης.
Βέβαια, στις προηγμένες χώρες του πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Ασφάλιση Περιβαλλοντικής Ευθύνης, σε γενικές γραμμές, εφαρμόζεται ήδη εδώ και αρκετά χρόνια. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Οδηγία χωρίς να επιβάλλει την υποχρεωτική ασφάλιση, προβλέπει αντικειμενική διευθέτηση του θέματος το 2010, με βάση την εμπειρία που θα συσσωρευτεί στα 6 χρόνια από την εφαρμογή της συγκεκριμένης Οδηγίας (σε ισχύ από 30.04.2004). Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως χώρες μέλη της ΕΕ μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα (συγκεκριμένα, Βουλγαρία, Τσεχία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβενία και Ισπανία),
έχουν εκφράσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την βούλησή τους να επιβάλλουν ως υποχρεωτική την Ασφάλιση της Περιβαλλοντικής Ευθύνης .
Που βρίσκεται η Χώρα μας;
Όλες οι Ευρωπαϊκές Οδηγίες και οι σχετικοί Κανονισμοί που αφορούν το περιβάλλον, έχουν ήδη ενσωματωθεί στο εθνικό μας Δίκαιο. Ωστόσο, το μεγάλο ζητούμενο παραμένει πάντα το ίδιο. Δεν αρκεί η βούληση της Πολιτείας να επιβάλει τα όποια νομοθετήματα και να αστυνομεύσει την εφαρμογή τους αλλά απαιτείται συνειδητή υιοθέτησή τους από τις Επιχειρήσεις και το ίδιο το κοινωνικό σύνολο.
Μπορεί η νομοθεσία να υπάρχει και να εκσυγχρονίζεται. Μπορεί να υπάρχουν ήδη ορισμένες πρωτοπόρες υγιώς σκεπτόμενες επιχειρήσεις που να έχουν υιοθετήσει κάποια κατάλληλα πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης ή Συστήματα Ποιότητας κατά ISO. Όμως, η πλειοψηφία των επιχειρήσεων, με τη «συνδρομή» της ολιγωρίας των ελεγκτικών μηχανισμών της Πολιτείας, μάλλον φαίνεται να αδρανεί. Αποτέλεσμα να υπάρχει ακόμη σοβαρό «έλλειμμα» στην εφαρμογή ουσιαστικής περιβαλλοντικής πολιτικής στη χώρα μας.
Είναι απόλυτα σαφές, και η διεθνής πρακτική το επιβεβαιώνει, πως η Ασφάλιση Γενικής Αστικής Ευθύνης για την κάθε επιχείρηση και η Ασφάλιση Επαγγελματικής Ευθύνης για τον κάθε Φορέα Παροχής Υπηρεσιών, αποτελούν σύγχρονα αντικειμενικά κριτήρια «ανταγωνιστικότητας» και «υγιούς οικονομικής ανάπτυξης» στο ευρύτερο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα. Ωστόσο, αν κρίνουμε το βαθμό διάδοσης της Ασφάλισης Γενικής Αστικής Ευθύνης στη χώρα μας, η κατάσταση είναι μάλλον απογοητευτική σε σύγκριση με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Επιπλέον, αν τώρα πρέπει να μιλάμε και για μια πιο προχωρημένη Ασφάλιση όπως είναι αυτή της Περιβαλλοντικής Ευθύνης, θα πρέπει παραμένοντας ρεαλιστές να προβληματιστούμε ανάλογα.
Βέβαια, το όλο θέμα παρά τις κάποιες αρνητικές διαστάσεις έχει και κάποια θετικά σημεία. Από την μία πλευρά απαιτείται μεγαλύτερη προσπάθεια για εξοικείωση με τα ισχύοντα standards και από την άλλη όμως κερδίζουμε από την εμπειρία των άλλων. Στα πλαίσια της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς και του διεθνοποιημένου ασφαλιστικού μηχανισμού, οι όποιες εξειδικευμένες ασφαλίσεις όπως αυτή της περιβαλλοντικής ευθύνης, μπορούν κάλλιστα να εισαχθούν στο εγχώριο σύστημα, χωρίς αναγκαστικά κάποια περίοδο προσαρμογής. Οι λύσεις υπάρχουν. Αρκεί να συνειδητοποιήσουμε τις προκλήσεις της σύγχρονης εποχής και να επιδιώξουμε την σωστή εφαρμογή τους.

(*) Είναι Μηχανικός ΕΜΠ & ENSPM Γαλλίας. Μετά από καριέρα Μηχανικού και εμπειρία σε πολυεθνικό ασφαλιστικό όμιλο, την τελευταία 15ετία δραστηριοποιείται στο χώρο των Ασφαλίσεων. Είναι Διευθύνων Σύμβουλος της «ΚΟΥΤΙΝΑΣ ΑΕ - Μεσίτες Ασφαλίσεων» με εξειδίκευση στις ασφαλίσεις επαγγελματικής ευθύνης, τεχνικών έργων & επιχειρηματικών κινδύνων (info@gkoutinas.gr , www.gkoutinas.gr).
    Ήταν μέλος της Ομάδας Εργασίας (working group) του Διεθνούς Συνδέσμου Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών (BIPAR), στα πλαίσια της διαβούλευσης επί της «Λευκής Βίβλου» της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2004/35/EK.

1 σχόλιο:

  1. Είναι Μηχανικός ΕΜΠ & ENSPM Γαλλίας. Μετά από καριέρα Μηχανικού και εμπειρία σε πολυεθνικό ασφαλιστικό όμιλο, την τελευταία 15ετία δραστηριοποιείται στο χώρο των Ασφαλίσεων. Είναι Διευθύνων Σύμβουλος της «ΚΟΥΤΙΝΑΣ ΑΕ - Μεσίτες Ασφαλίσεων» με εξειδίκευση στις ασφαλίσεις επαγγελματικής ευθύνης, τεχνικών έργων & επιχειρηματικών κινδύνων (info@gkoutinas.gr , www.gkoutinas.gr).

    ΑπάντησηΔιαγραφή